Ραμφίζω στα ολλανδικά
Μετάφραση: ραμφίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
overvloed, pikken, Peck, pik, kusje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ραμφίζω
ραμφίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ραμφίζω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ρακέτα στα ολλανδικά - racket, lawaai, geluid, ruis, racket van, De racket, herrie
- ραμί στα ολλανδικά - ramee, van ramee, ramie, aramide
- ρανίδα στα ολλανδικά - spenderen, lik, drop, verteren, uitgeven, waterdruppel, droppel, ...
- ραντάρ στα ολλανδικά - radar, raderwerk, Buienradar, update, de radar, radar-
Τυχαίες λέξεις
Ραμφίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: overvloed, pikken, Peck, pik, kusje
Μεταφράσεις: overvloed, pikken, Peck, pik, kusje