Ρυπαίνω στα ολλανδικά

Μετάφραση: ρυπαίνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schande, smet, besmeuren, bezoedelen, besmirch, te bezoedelen, te besmeuren
Ρυπαίνω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρυπαίνω

ρυπαίνω αγγλικά, ρυπαίνω συνόνυμα, ρυπαίνω βικιλεξικο, ρυπαίνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ρυπαίνω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ρυθμός στα ολλανδικά - stappen, schrijden, lopen, stap, tred, voetstap, treden, ...
  • ρυμουλκώ στα ολλανδικά - slepen, trekken, sleeptouw, sleep, tow
  • ρυτίδα στα ολλανδικά - regel, voor, klus, opgave, arbeid, schreef, rimpel, ...
  • ρυτιδώνω στα ολλανδικά - vouw, frons, plooi, geul, voor, rimpelen, vore, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρυπαίνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schande, smet, besmeuren, bezoedelen, besmirch, te bezoedelen, te besmeuren