Σανίδα στα ολλανδικά

Μετάφραση: σανίδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanklampen, plank, bord, tafel, tablet, plank raad, planken, breedstrook, stroken
Σανίδα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σανίδα

σανίδα snowboard, σανίδα sup, σανίδα κολύμβησησ, σανίδα ισορροπίας, σανίδα του καρνεάδη, σανίδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σανίδα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σαμπουάν στα ολλανδικά - shampoo
  • σαν στα ολλανδικά - soortgelijk, zo, vermits, equivalent, zoals, terwijl, eender, ...
  • σανίδωμα στα ολλανδικά - planken, planking, het planking, beplanking, vlonders
  • σανδάλι στα ολλανδικά - sandaal, sandelhout, sandalen, sandal, sandals
Τυχαίες λέξεις
Σανίδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aanklampen, plank, bord, tafel, tablet, plank raad, planken, breedstrook, stroken