Συμμόρφωση στα ολλανδικά
Μετάφραση: συμμόρφωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
akkoord, overeenstemming, overeenkomst, nakoming, naleving, de naleving, inachtneming
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμμόρφωση
συμμόρφωση διοίκησης, συμμόρφωση με δικαστική απόφαση, συμμόρφωση συνώνυμα, συμμόρφωση σε δικαστική απόφαση, συμμόρφωση της διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις, συμμόρφωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συμμόρφωση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- συμμετρία στα ολλανδικά - symmetrie, symmetrisch, de symmetrie
- συμμορία στα ολλανδικά - bende, schare, troep, gang, voudig, ploeg
- συμπάθεια στα ολλανδικά - mededogen, medelijden, erbarmen, sympathie, medeleven, begrip, medegevoel
- συμπέρασμα στα ολλανδικά - beslissing, afloop, conclusie, besluit, einde, slot, uitspraak, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμμόρφωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: akkoord, overeenstemming, overeenkomst, nakoming, naleving, de naleving, inachtneming
Μεταφράσεις: akkoord, overeenstemming, overeenkomst, nakoming, naleving, de naleving, inachtneming