Τούνελ στα ολλανδικά
Μετάφραση: τούνελ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tunnel, hol, de tunnel, tunnels
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τούνελ
τούνελ εγνατίας, τούνελ τησ μάγχησ, τούνελ ονειροκρίτης, τούνελ μάγχης, τούνελ της magxhs, τούνελ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τούνελ στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τούβλο στα ολλανδικά - baksteen, bakstenen, bak stenen, steen, stenen
- τούνδρα στα ολλανδικά - toendra, tundra, de toendra, tundraand
- τούρλα στα ολλανδικά - Tourla
- τούφα στα ολλανδικά - bosje, toef, kuifje, kuif, pluk
Τυχαίες λέξεις
Τούνελ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: tunnel, hol, de tunnel, tunnels
Μεταφράσεις: tunnel, hol, de tunnel, tunnels