Τρόφιμος στα ολλανδικά

Μετάφραση: τρόφιμος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gevangene, bewoner, medebewoner, Inmate, gedetineerde
Τρόφιμος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρόφιμος

άγιος τρόφιμος, τρόφιμος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρόφιμος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τρόπαιο στα ολλανδικά - trofee, Trophy, de Trofee, Trofeeënkast, trofee van
  • τρόπος στα ολλανδικά - wijs, wijze, gebruik, trant, gewoonte, manier, mode, ...
  • τρύγημα στα ολλανδικά - wijnoogst, vintage, uitstekende, De vintage, Het vintage
  • τρύγος στα ολλανδικά - oogsten, gewas, oogst, opbrengst, wijnstok, wijnstokken, vine, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρόφιμος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gevangene, bewoner, medebewoner, Inmate, gedetineerde