Τρόφιμος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: τρόφιμος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ocupante, habitante, internado, inmate, recluso
Τρόφιμος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρόφιμος

άγιος τρόφιμος, τρόφιμος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τρόφιμος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • τρόπαιο στα πορτογαλικά - troféu, trophy, troféu de, do troféu, troféus
  • τρόπος στα πορτογαλικά - humanidade, costume, forma, cera, encerar, mude, modo, ...
  • τρύγημα στα πορτογαλικά - vintage, do vintage, clássica, vindima, vintage do
  • τρύγος στα πορτογαλικά - áspero, colheitas, ceifar, colheita, safra, colheita de, da colheita, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρόφιμος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ocupante, habitante, internado, inmate, recluso