Φαγούρα στα ολλανδικά

Μετάφραση: φαγούρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kriebelen, krieuwelen, jeuken, jeuk, itch, jeuk te
Φαγούρα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φαγούρα

φαγούρα στη μύτη, φαγούρα στο λαιμό, φαγούρα στο αριστερό χέρι, φαγούρα στο δέρμα, φαγούρα στο σώμα, φαγούρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φαγούρα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φαγεντιανή στα ολλανδικά - plateel, plateelwerk, faience, aardewerk, faïence
  • φαγητό στα ολλανδικά - eten, voedsel, voeder, gerecht, etenswaar, voedingsmiddel, voeding, ...
  • φαιδρός στα ολλανδικά - goedgeluimd, vrolijk, goedgehumeurd, opgewekt, monter, lustig, innemend, ...
  • φαινομενικά στα ολλανδικά - blijkbaar, klaarblijkelijk, duidelijk, ogenschijnlijk, schijnbaar, zogenaamd, die ogenschijnlijk
Τυχαίες λέξεις
Φαγούρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kriebelen, krieuwelen, jeuken, jeuk, itch, jeuk te