Χαρτόνι στα ολλανδικά
Μετάφραση: χαρτόνι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kartonnen, karton
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χαρτόνι
χαρτι α4, χαρτόνι συσκευασίας, χαρτόνι αγγλικά, χαρτόνι οντουλέ, χαρτόνι ρολό, χαρτόνι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χαρτόνι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- χαρτοφυλάκιο στα ολλανδικά - portefeuille, portfolio
- χαρτοφύλακας στα ολλανδικά - boekentas, koffertje, aktentas, aktetas, koffer, werkmap
- χαρτόσημα στα ολλανδικά - stempel, muntstempel, frankering, postzegel, porto, port, frankeerzegel, ...
- χαρωπός στα ολλανδικά - vrolijk, vrolijke, gezellig, cheery, riante
Τυχαίες λέξεις
Χαρτόνι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kartonnen, karton
Μεταφράσεις: kartonnen, karton