Χρήματα στα ολλανδικά
Μετάφραση: χρήματα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
contant, geld, je geld, geld te, money, van geld
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρήματα
χρήματα από το internet, χρήματα ονειροκρίτης, χρήματα μέσω internet, χρήματα φαντάσματα - θεατρική παράσταση - β.τσιβιλίκας, χρήματα από blog, χρήματα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χρήματα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- χούφτα στα ολλανδικά - handvol, handjevol, handje
- χρέωση στα ολλανδικά - debet, debetzijde, laden, berekenen, in rekening brengen, kosten, lading
- χρήση στα ολλανδικά - benutten, zetten, plaats, doorvoeren, aandoen, opleggen, toepassen, ...
- χρήσιμος στα ολλανδικά - nuttig, bruikbaar, dienstig, bevorderlijk, nuttige, handig, bruikbare
Τυχαίες λέξεις
Χρήματα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: contant, geld, je geld, geld te, money, van geld
Μεταφράσεις: contant, geld, je geld, geld te, money, van geld