Όρκος στα ολλανδικά
Μετάφραση: όρκος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eed, bezwering, ede, eed af, onder ede
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρκος
όρκος σιωπής, όρκος φιλικών, όρκος του ιπποκράτη, όρκος της φιλικής εταιρείας, όρκος μάλαμας στίχοι, όρκος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, όρκος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- όρθιος στα ολλανδικά - rechtop, rang, recht, verticaal, positie, overeind, rechtopstaand, ...
- όριο στα ολλανδικά - grens, perk, limiet, beperking, beperken, begrenzing
- όρος στα ολλανδικά - vakterm, conditie, monteren, berg, voorwaarde, zetten, bepaling, ...
- όροφος στα ολλανδικά - verdieping, étage, vloer, etage, grond, de vloer
Τυχαίες λέξεις
Όρκος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eed, bezwering, ede, eed af, onder ede
Μεταφράσεις: eed, bezwering, ede, eed af, onder ede