Άρδευση στα ουγγρικά
Μετάφραση: άρδευση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
öntözés, öntözési, öntözésre, öntöző, az öntözés
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άρδευση
άρδευση ελιάς, άρδευση με επεξεργασμένα λύματα, άρδευση με αυλάκια, άρδευση με καταιονισμό, άρδευση με σταγόνες, άρδευση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, άρδευση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- άραγε στα ουγγρικά - Kíváncsi vagyok,, Kíváncsi vagyok, Vajon, tudom
- άργιλος στα ουγγρικά - porhüvely, agyag, agyagot, agyagból, agyagos, agyaggal
- άρθρο στα ουγγρικά - cikk, cikke, cikkének, cikket, a cikk
- άρθρωση στα ουγγρικά - társas, ujjperc, illesztett, becsapolás, helyiség, kapcsolódás, internódium, ...
Τυχαίες λέξεις
Άρδευση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: öntözés, öntözési, öntözésre, öntöző, az öntözés
Μεταφράσεις: öntözés, öntözési, öntözésre, öntöző, az öntözés