Ασφαλώς στα ουγγρικά
Μετάφραση: ασφαλώς, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bizonyosan, bizonyára, persze, bizonnyal, biztosan, természetesen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασφαλώς
ασφαλώς συνώνυμο, ασφαλώς και δεν πρέπει, ασφαλώς συνώνυμα, ασφαλώς κυκλοφορώ δ δημοτικου, ασφαλώς και δεν πρέπει μοσχολιού, ασφαλώς λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ασφαλώς στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ασφαλής στα ουγγρικά - veszélytelen, páncélszekrény, széf, biztonságos, a biztonságos, lévő széf, széffel
- ασφαλίζω στα ουγγρικά - biztosít, biztosítani, biztosítsák, biztosítsuk, biztosítására
- ασφυκτιώ στα ουγγρικά - megfojt, megfullaszt, megfullad, fuldokolni, megfulladni
- ασφυξία στα ουγγρικά - fojtás, megfulladás, elrekedés, megrekedés, fuldoklás, elfulladás, fulladás, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασφαλώς στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bizonyosan, bizonyára, persze, bizonnyal, biztosan, természetesen
Μεταφράσεις: bizonyosan, bizonyára, persze, bizonnyal, biztosan, természetesen