Ασφαλώς στα τούρκικα

Μετάφραση: ασφαλώς, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kesin, kati, emin, muhakkak, kesinlikle, şüphesiz, elbette, mutlaka
Ασφαλώς στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφαλώς

ασφαλώς συνώνυμο, ασφαλώς και δεν πρέπει, ασφαλώς συνώνυμα, ασφαλώς κυκλοφορώ δ δημοτικου, ασφαλώς και δεν πρέπει μοσχολιού, ασφαλώς λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασφαλώς στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ασφαλής στα τούρκικα - sağlamlaştırmak, sağlam, emin, aman, prezervatif, güvenilir, sağlamak, ...
  • ασφαλίζω στα τούρκικα - sağlamlaştırmak, emin, bağlamak, sağlamak, sigortalamak, sigorta, temin, ...
  • ασφυκτιώ στα τούρκικα - boğmak, boğmaya, boğulmasına, suffocate, Boğulduklarını
  • ασφυξία στα τούρκικα - boğulma, boğma, suffocation, bir boğma, boğulmaya
Τυχαίες λέξεις
Ασφαλώς στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kesin, kati, emin, muhakkak, kesinlikle, şüphesiz, elbette, mutlaka