Ασφαλώς στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ασφαλώς, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
certamente, certeza, sem dúvida
Ασφαλώς στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφαλώς

ασφαλώς συνώνυμο, ασφαλώς και δεν πρέπει, ασφαλώς συνώνυμα, ασφαλώς κυκλοφορώ δ δημοτικου, ασφαλώς και δεν πρέπει μοσχολιού, ασφαλώς λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ασφαλώς στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ασφαλής στα πορτογαλικά - seguro, sela, cofre, segura, segurança, seguros
  • ασφαλίζω στα πορτογαλικά - seguro, segurar, garantir, assegurar, garantir a, assegurar a
  • ασφυκτιώ στα πορτογαλικά - sufocar, sufocam, sufocá, asfixiar
  • ασφυξία στα πορτογαλικά - sufocação, asfixia, sufocamento, suffocation, sufoco
Τυχαίες λέξεις
Ασφαλώς στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: certamente, certeza, sem dúvida