Διακριτικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: διακριτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tapintatos, diszkrét, megkülönböztető, jellegzetes, egyedi, sajátos, különleges
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακριτικός
διακριτικός τίτλος, διακριτικός τίτλος ομόρρυθμης εταιρείας, διακριτικός τίτλος μετάφραση, διακριτικός τίτλος ικε, διακριτικός τίτλος τι είναι, διακριτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διακριτικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διακρίσεις στα ουγγρικά - megkülönböztetés, okosság, belátás, különbségtétel, judícium, hátrányos megkülönböztetés, diszkrimináció, ...
- διακριτικό στα ουγγρικά - jelvény, megkülönböztető, jellegzetes, egyedi, sajátos, különleges
- διακριτικότητα στα ουγγρικά - körültekintés, diszkréció, mérlegelési, mérlegelési jogkörrel, belátása, mérlegelési jogkört
- διακυβεύω στα ουγγρικά - rizikó, kockázat, kompromisszum, kockajáték, kiegyezés, bérkocsi-állomás, fogadás, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tapintatos, diszkrét, megkülönböztető, jellegzetes, egyedi, sajátos, különleges
Μεταφράσεις: tapintatos, diszkrét, megkülönböztető, jellegzetes, egyedi, sajátos, különleges