Διακριτικός στα σουηδικά
Μετάφραση: διακριτικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
diskret, särskiljande, distinkt, särskiljnings, särskiljningsförmåga, utmärkande
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακριτικός
διακριτικός τίτλος, διακριτικός τίτλος ομόρρυθμης εταιρείας, διακριτικός τίτλος μετάφραση, διακριτικός τίτλος ικε, διακριτικός τίτλος τι είναι, διακριτικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, διακριτικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- διακρίσεις στα σουηδικά - diskriminering, diskriminerings, diskriminering på, diskrimineringen, av diskriminering
- διακριτικό στα σουηδικά - särskiljande, distinkt, särskiljnings, särskiljningsförmåga, utmärkande
- διακριτικότητα στα σουηδικά - diskretion, gottfinnande, skönsmässig bedömning, finnande, gottfinn
- διακυβεύω στα σουηδικά - riskera, kompromettera, slump, äventyr, våda, lycka, risk, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: diskret, särskiljande, distinkt, särskiljnings, särskiljningsförmåga, utmärkande
Μεταφράσεις: diskret, särskiljande, distinkt, särskiljnings, särskiljningsförmåga, utmärkande