Μόδα στα ουγγρικά
Μετάφραση: μόδα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
trend, áramlat, divat, módon, a divat, divatot, divatos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μόδα
μόδα παπούτσια καλοκαίρι 2014, μόδα και νέοι, μόδα βικιπαίδεια, μόδα για παχουλές, μόδα καλοκαίρι 2014, μόδα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μόδα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μωρό στα ουγγρικά - baba, bébi, a baba, csecsemő, babát
- μωρόπιστος στα ουγγρικά - hiszékeny, becsapható, hiszékenyek, naiv, a hiszékeny
- μόλις στα ουγγρικά - épp, alig, csak, mindössze, csupán, éppen, most
- μόλος στα ουγγρικά - támpillér, ívpillér, májfolt, falköz, cölöpgát, hídpillér, tartóoszlop, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόδα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: trend, áramlat, divat, módon, a divat, divatot, divatos
Μεταφράσεις: trend, áramlat, divat, módon, a divat, divatot, divatos