Μόδα στα ολλανδικά

Μετάφραση: μόδα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
trant, tendens, strekking, manier, trend, stroming, wijze, richting, mode, wijs, modus, fashion
Μόδα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μόδα

μόδα παπούτσια καλοκαίρι 2014, μόδα και νέοι, μόδα βικιπαίδεια, μόδα για παχουλές, μόδα καλοκαίρι 2014, μόδα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μόδα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μωρό στα ολλανδικά - zuigeling, baby, de Baby, van de baby, baby van, kind
  • μωρόπιστος στα ολλανδικά - lichtgelovig, onnozel, goedgelovige, goedgelovig, lichtgelovige
  • μόλις στα ολλανδικά - lastig, nauwgezet, scherp, billijk, vlak, rechtvaardig, alleen, ...
  • μόλος στα ολλανδικά - landingsplaats, pier, havendam, steiger, mol, aanlegplaats, moedervlek, ...
Τυχαίες λέξεις
Μόδα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: trant, tendens, strekking, manier, trend, stroming, wijze, richting, mode, wijs, modus, fashion