Ποικίλλω στα ουγγρικά
Μετάφραση: ποικίλλω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
folt, foltossá tesz, foltosság, mottle, erezetére
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποικίλλω
ποικίλλω συνώνυμα, ποικίλλω αόριστος, ποικίλλω κλίση, ποικίλλω συνωνυμο, ποικίλλω ετυμολογία, ποικίλλω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ποικίλλω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ποιητής στα ουγγρικά - költő, költőt, költõ, költőnek
- ποιητικός στα ουγγρικά - költői, poétikai, poétikus, a költői, költôi
- ποικίλος στα ουγγρικά - osztályozott, változatos, különböző, változó, különféle
- ποικιλία στα ουγγρικά - változatosság, különféleség, fajta, különböző, számos, különféle
Τυχαίες λέξεις
Ποικίλλω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: folt, foltossá tesz, foltosság, mottle, erezetére
Μεταφράσεις: folt, foltossá tesz, foltosság, mottle, erezetére