Ποινικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: ποινικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
büntető, büntetőjogi, küzdelem büntetőjogi, a büntető
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποινικός
ποινικός κώδικας άρθρο 315, ποινικός κώδικας στα αγγλικά, ποινικός κώδικας 2014, ποινικός νόμος 1834, ποινικός κώδικας άρθρο 370α, ποινικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ποινικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ποιμενικός στα ουγγρικά - lelkészi, pásztori, lelkipásztori, pasztorális, a lelkipásztori
- ποινή στα ουγγρικά - kötbér, hibapont, hátrány, pénzbüntetés, bírság, tizenegyes, büntetés, ...
- ποιότητα στα ουγγρικά - minőség, minőségű, minőségi, minősége, minőségének
- πολίτευμα στα ουγγρικά - rezsim, államigazgatás, alkotmány, polity, államközösség, politikai közösség
Τυχαίες λέξεις
Ποινικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: büntető, büntetőjogi, küzdelem büntetőjogi, a büntető
Μεταφράσεις: büntető, büntetőjogi, küzdelem büntetőjogi, a büntető