Συμπυκνωμένος στα ουγγρικά

Μετάφραση: συμπυκνωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
púdertartó, egyezség, összpontosított, sűrített, koncentrált, koncentráljuk, koncentrálódik
Συμπυκνωμένος στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπυκνωμένος

συμπυκνωμένος τύπος ορού γάλακτος με πρωτεΐνη, συμπυκνωμένος χυμός, συμπυκνωμένος χυμός φράουλα, συμπυκνωμένος ορός γάλακτος, συμπυκνωμένος χυμός λεμονιού, συμπυκνωμένος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συμπυκνωμένος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • συμπλοκή στα ουγγρικά - saraboló, kikopás, garázdálkodás, tömegverekedés, kirojtosodás, dulakodás, sarabolókapa, ...
  • συμπτύσσω στα ουγγρικά - messzelátó, rakás, berak, Tuck, behajt, felhúzott
  • συμπυκνώνω στα ουγγρικά - sűrít, szűkülnek le, forraljuk le, lyukadnak ki
  • συμπόνια στα ουγγρικά - könyörület, szánalom, együttérzés, az együttérzés, együttérzést, részvét
Τυχαίες λέξεις
Συμπυκνωμένος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: púdertartó, egyezség, összpontosított, sűrített, koncentrált, koncentráljuk, koncentrálódik