Ένα στα ουκρανικά

Μετάφραση: ένα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
один, одна, кожний
Ένα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένα

ένα μέλισσες στίχοι, ένα βότσαλο στη λίμνη, ένα το χελιδόνι, ένα πραγματικό τερασ το μηχάνημα που εξαφανίζει ολόκληρα δάση σε λίγες ώρες (βίντεο), ένα αστέρι γεννιέται, ένα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ένα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • έμφαση στα ουκρανικά - акцент, наголос, наголошення, сила, виразність
  • έμψυχος στα ουκρανικά - оживляти, оживити, надихніть, пожвавити
  • έναρθρος στα ουκρανικά - членороздільний, колінчатий, формулювати, чітке формулювання
  • έναρξη στα ουκρανικά - початок, походження, джерельце, джерело, почало, начало, початку
Τυχαίες λέξεις
Ένα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: один, одна, кожний