Αλλαγή στα ουκρανικά

Μετάφραση: αλλαγή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
переключити, ввімкнути, підстригати, увімкнути, зміна, змінення, зміну, зміни
Αλλαγή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλλαγή

αλλαγή ονόματος δεη, αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, αλλαγή ώρας 2014, αλλαγή ταυτότητας, αλλαγή επωνύμου, αλλαγή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αλλαγή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αλλά στα ουκρανικά - одначе, проте, однак, але, крім, а, та
  • αλλάζω στα ουκρανικά - мінятися, обмін, каструвати, переміщування, рухати, видозмінити, ввімкнути, ...
  • αλλεπάλληλος στα ουκρανικά - повторювати, наступний, послідовний, повторюватися, повторити, наступних один за одним, наступних друг за іншому, ...
  • αλληγορία στα ουκρανικά - алегорія
Τυχαίες λέξεις
Αλλαγή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: переключити, ввімкнути, підстригати, увімкнути, зміна, змінення, зміну, зміни