Αναγκαίος στα ουκρανικά
Μετάφραση: αναγκαίος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
необхідний, потрібний, треба, необхідно, потрібно, необхідне, слід
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναγκαίος
αναγκαίος αντώνυμα, αναγκαίος συνώνυμο, αναγκαίος κληρονόμος, αναγκαίος συνώνυμα, αναγκαίος δόλος, αναγκαίος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναγκαίος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αναβοσβήνω στα ουκρανικά - кліпати, жмуритись, скисати, щулитися, блимати, мигати, блимає, ...
- αναγέννηση στα ουκρανικά - вигідний, регенерація
- αναγκαιότητα στα ουκρανικά - нестаток, злидні, неминучість, убогість, потреба, необхідність, необхідності, ...
- αναγνωρίζω στα ουκρανικά - розрізнювати, оцінювати, розрізняти, визнавати, самітницький, усвідомлювати, цінувати, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναγκαίος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: необхідний, потрібний, треба, необхідно, потрібно, необхідне, слід
Μεταφράσεις: необхідний, потрібний, треба, необхідно, потрібно, необхідне, слід