Ατύχημα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ατύχημα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ненавмисно, аварія, несподіванка, псувати, складка, случай, авария
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατύχημα
ατύχημα ήλιος, ατύχημα αττική οδός, ατύχημα στην τουρκία, ατύχημα ελληνικό, ατύχημα σήμερα, ατύχημα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ατύχημα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ατυχία στα ουκρανικά - горе, біда, збентежувати, нездужання, страждання, лихо
- ατόφιος στα ουκρανικά - чадра, фіранка, завіска, занавіска, паранджа, так, тому, ...
- αυγή στα ουκρανικά - світанок, освітлюватися, висвітлюватися, зоря, Рассвет, схід сонця
- αυγό στα ουκρανικά - гранату, яйце, підбурювати, граната
Τυχαίες λέξεις
Ατύχημα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ненавмисно, аварія, несподіванка, псувати, складка, случай, авария
Μεταφράσεις: ненавмисно, аварія, несподіванка, псувати, складка, случай, авария