Αυλή στα ουκρανικά

Μετάφραση: αυλή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
корт, дзявкання, дворище, подвір'я, урядування, двір, двор
Αυλή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυλή

αυλή των θαυμάτων, αυλή στα αγγλικά, αυλή κουκάκι, αυλή ψυρρή, αυλή εξάρχεια, αυλή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αυλή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αυθόρμητος στα ουκρανικά - стихійний, спонтанний, непримушений, самовільний
  • αυλάκι στα ουκρανικά - борозна, колія, навичка, звичне, звичка, паз, гузка, ...
  • αυλαία στα ουκρανικά - завіска, фіранка, завіса, занавіска, завісу, знявся
  • αυλακώνω στα ουκρανικά - виїмка, паз, рутина, гузка, жолобок, борозна, рез, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυλή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: корт, дзявкання, дворище, подвір'я, урядування, двір, двор