Βαφτιστήρι στα ουκρανικά
Μετάφραση: βαφτιστήρι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хрещеників, похресників, хресників
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστήρι
βαφτιστήρι in english, βαφτιστήρι πασχα, βαφτιστήρι ετυμολογία, βαφτιστήρι μου, βαφτιστήρι ονειροκριτης, βαφτιστήρι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βαφτιστήρι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βαφέας στα ουκρανικά - митець, художник, живописець, фарбувальник, красильник, красільщік, фарбар
- βαφτίζω στα ουκρανικά - хрестити, користати, христити, охрестити, хреститиме
- βαφτιστικός στα ουκρανικά - хрещеник, Похресник, крестник
- βγάζω στα ουκρανικά - видобути, встановлювати, виявляти, виявити, Doff
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστήρι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хрещеників, похресників, хресників
Μεταφράσεις: хрещеників, похресників, хресників