Βαφτιστήρι στα σουηδικά
Μετάφραση: βαφτιστήρι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gudbarn, fadderbarn, gudbarnen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστήρι
βαφτιστήρι in english, βαφτιστήρι πασχα, βαφτιστήρι ετυμολογία, βαφτιστήρι μου, βαφτιστήρι ονειροκριτης, βαφτιστήρι λεξικό γλώσσας σουηδικά, βαφτιστήρι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- βαφέας στα σουηδικά - målare, dyer, dyeren, färgare, färgaren, som dyeren
- βαφτίζω στα σουηδικά - döpa, Christen, av Christen
- βαφτιστικός στα σουηδικά - Godson, gudson, godsonen, gudsons, gudsonen
- βγάζω στα σουηδικά - doff, avtaga
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστήρι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gudbarn, fadderbarn, gudbarnen
Μεταφράσεις: gudbarn, fadderbarn, gudbarnen