Βαφτιστήρι στα πολωνικά
Μετάφραση: βαφτιστήρι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chrześniak, chrześniacy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαφτιστήρι
βαφτιστήρι in english, βαφτιστήρι πασχα, βαφτιστήρι ετυμολογία, βαφτιστήρι μου, βαφτιστήρι ονειροκριτης, βαφτιστήρι λεξικό γλώσσας πολωνικά, βαφτιστήρι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- βαφέας στα πολωνικά - lakiernik, malarz, barwiarz, dyer, Farbiarski, farbiarz
- βαφτίζω στα πολωνικά - chrzcić, ochrzcić, Christen, nadać imię
- βαφτιστικός στα πολωνικά - chrześniak, Godson, Samuraj, chrześniakiem, chrześniaka
- βγάζω στα πολωνικά - ujawniać, wywołać, wywoływać, wydobywać, wyciągać, muskać, zdejmować, ...
Τυχαίες λέξεις
Βαφτιστήρι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: chrześniak, chrześniacy
Μεταφράσεις: chrześniak, chrześniacy