Βερνίκι στα ουκρανικά
Μετάφραση: βερνίκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
поліомієліт, лак
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βερνίκι
βερνίκι εμποτισμού νερού, βερνίκι σε σπρέι, βερνίκι μετάλλου, βερνίκι νυχιών, βερνίκι πέτρας, βερνίκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βερνίκι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βερίκοκο στα ουκρανικά - абрикоса, абрикос, абрикосовий, абрикосів, абрикосу, абрикосі
- βερμούτ στα ουκρανικά - вермут
- βερνικώνω στα ουκρανικά - пустуне, шибеник, пустун, польський, польська, польську, польське, ...
- βηματίζω στα ουκρανικά - східці, редан, ходе, інтервал, хід, алюр, стрибок, ...
Τυχαίες λέξεις
Βερνίκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: поліомієліт, лак
Μεταφράσεις: поліомієліт, лак