Βλέπω στα ουκρανικά

Μετάφραση: βλέπω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
находити, єпархія, роздивлятись, марнотратний, знать, бачити, побачити
Βλέπω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βλέπω

βλέπω το σημερινό κόσμο, βλέπω κάτι όνειρα, βλέπω θολά από το ένα μάτι, βλέπω ανθρώπους που δεν είναι υποψήφιοι, βλέπω το θάνατό σου, βλέπω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βλέπω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βλάπτω στα ουκρανικά - макі, шкодити, пошкоджувати, збиток, псуватись, шкода, пошкодження, ...
  • βλέμμα στα ουκρανικά - дурень, вдивитися, вдивлятися, споглядати, дивитися, дивитись
  • βλέψη στα ουκρανικά - ціль, прагнення, намагання, спрямовувати, мету, спрямувати, мета, ...
  • βλήμα στα ουκρανικά - проектується, снаряд, ядро
Τυχαίες λέξεις
Βλέπω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: находити, єпархія, роздивлятись, марнотратний, знать, бачити, побачити