Γέμισμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: γέμισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хрест, переходити, перетнути, пломба, фарш, християнство, заповнення, вантаження, прокладка, начинка, внутрішність, начиння
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γέμισμα
γέμισμα ρυτίδων, γέμισμα μελανιών, γέμισμα φιάλης υγραερίου, γέμισμα μελανιών θεσσαλονίκη, γέμισμα μαξιλαριών, γέμισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, γέμισμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- γάτα στα ουκρανικά - посміхатися, кіт, ворогувати, кішечка, Кот
- γέλια στα ουκρανικά - сміється
- γένεση στα ουκρανικά - походження, поставання, генезис, виникнення, генезу, генеза, ґенезу, ...
- γένι στα ουκρανικά - борода, борідка
Τυχαίες λέξεις
Γέμισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: хрест, переходити, перетнути, пломба, фарш, християнство, заповнення, вантаження, прокладка, начинка, внутрішність, начиння
Μεταφράσεις: хрест, переходити, перетнути, пломба, фарш, християнство, заповнення, вантаження, прокладка, начинка, внутрішність, начиння