Διαπρεπής στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαπρεπής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
випуклість, видатний, визначний, видатна
Διαπρεπής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπρεπής

διαπρεπής συνώνυμα, διαπρεπής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαπρεπής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαπραγματευτής στα ουκρανικά - особу, обличчя, посередник, лице, особа, посредник, посередника
  • διαπραγματεύομαι στα ουκρανικά - домовлятись, обумовити, переговори, перемовини
  • διαρκής στα ουκρανικά - безупинний, безперервний, неухильний, завзятий, стійкий, настійливий, постійна, ...
  • διαρκείας στα ουκρανικά - сезон
Τυχαίες λέξεις
Διαπρεπής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: випуклість, видатний, визначний, видатна