Διαρκής στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαρκής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
безупинний, безперервний, неухильний, завзятий, стійкий, настійливий, постійна, Постійне, стала, постійний, праці Постійна
Διαρκής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαρκής

διαρκής κατάλογος μνημείων, διαρκής ιερά σύνοδος, διαρκής επιτροπή δημόσιας διοίκησης δημόσιας τάξης και δικαιοσύνης, διαρκής επιτροπή παραγωγής και εμπορίου, διαρκής επιτροπή κοινωνικών υποθέσεων, διαρκής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαρκής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαπραγματεύομαι στα ουκρανικά - домовлятись, обумовити, переговори, перемовини
  • διαπρεπής στα ουκρανικά - випуклість, видатний, визначний, видатна
  • διαρκείας στα ουκρανικά - сезон
  • διαρκώ στα ουκρανικά - ласо, терпіти, зазнавати, терпітиме
Τυχαίες λέξεις
Διαρκής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: безупинний, безперервний, неухильний, завзятий, стійкий, настійливий, постійна, Постійне, стала, постійний, праці Постійна