Εγχάραξη στα ουκρανικά

Μετάφραση: εγχάραξη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гравюра
Εγχάραξη στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγχάραξη

εγχάραξη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εγχάραξη στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • εγκυμοσύνη στα ουκρανικά - вагітність, вагітності
  • εγκόσμιος στα ουκρανικά - тлінний, часовою, часової, часовий, часовій, мирської, мирського, ...
  • εγχείρημα στα ουκρανικά - антрепренерство, угоду, діло, підприємливість, проект, проекту
  • εγχείρηση στα ουκρανικά - дія, розробка, управління, діяння, дію, чинність, хірургія, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγχάραξη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: гравюра