Ευημερία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ευημερία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
процвітання
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευημερία
ευημερία ορισμός, ευημερία τι σημαινει, ευημερία αντώνυμο, ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας, ευημερία και κοινωνική δικαιοσύνη, ευημερία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ευημερία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ευερέθιστος στα ουκρανικά - дратівливий, коліть, образливий, уразливий, голка, збудливий, емоційний, ...
- ευεργετικός στα ουκρανικά - добродчинний, доброчинний, цілющий, корисний, вигідний, найвигідніший, вигідніший, ...
- ευημερώ στα ουκρανικά - проспекти, розростатись, процвітіть, буйно, процвітати, процвітатиме, процвітатимуть
- ευθυγραμμίζω στα ουκρανικά - націлювати, набудовувати, будуватись, націлити, вирівняти
Τυχαίες λέξεις
Ευημερία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: процвітання
Μεταφράσεις: процвітання