Ευημερία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ευημερία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sucesso, prosperar, prosperidade, a prosperidade, da prosperidade, de prosperidade, riqueza
Ευημερία στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευημερία

ευημερία ορισμός, ευημερία τι σημαινει, ευημερία αντώνυμο, ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας, ευημερία και κοινωνική δικαιοσύνη, ευημερία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ευημερία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ευερέθιστος στα πορτογαλικά - excitável, excitáveis, excitable, emotivo, excitado
  • ευεργετικός στα πορτογαλικά - benéfico, benéfica, benéficos, benéficas, beneficiário
  • ευημερώ στα πορτογαλικά - prosa, prosperar, prosperará, prosperam, prosper, prospere
  • ευθυγραμμίζω στα πορτογαλικά - alinhar, alinhe, alinhamento, alinham, alinhar os
Τυχαίες λέξεις
Ευημερία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sucesso, prosperar, prosperidade, a prosperidade, da prosperidade, de prosperidade, riqueza