Ευημερία στα πολωνικά
Μετάφραση: ευημερία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
koniunktura, pomyślność, dostatek, powodzenie, dobrobyt, dobrobytu, zamożność
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευημερία
ευημερία ορισμός, ευημερία τι σημαινει, ευημερία αντώνυμο, ευημερία εντός των ορίων του πλανήτη μας, ευημερία και κοινωνική δικαιοσύνη, ευημερία λεξικό γλώσσας πολωνικά, ευημερία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ευερέθιστος στα πολωνικά - drażliwy, kolczasty, ciernisty, pobudliwy, nerwowy, pobudliwe, excitable, ...
- ευεργετικός στα πολωνικά - pożyteczny, zbawienny, dobroczynny, korzystny, korzystne, korzystna, korzyści
- ευημερώ στα πολωνικά - prosperować, kwitnąć, udawać, rozwijać, rozwijać się, powodzenie, pomyślnie
- ευθυγραμμίζω στα πολωνικά - zestrajać, ustawiać, szeregować, porządkować, zharmonizować, regulować, wyrównywać, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευημερία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: koniunktura, pomyślność, dostatek, powodzenie, dobrobyt, dobrobytu, zamożność
Μεταφράσεις: koniunktura, pomyślność, dostatek, powodzenie, dobrobyt, dobrobytu, zamożność