Καινούριος στα ουκρανικά
Μετάφραση: καινούριος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
новітній, замолодий, свіжий, молодою, незвичний, першокурсник, першокурснику, який першокурсник
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καινούριος
καινούριος πλανήτης, καινούριος ή καινούργιος, καινούριος αγρότης, καινούριοσ χρόνοσ πάλι ξημερώνει, καινούριος ανασχηματισμός κυβέρνησης, καινούριος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, καινούριος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- καινοτόμος στα ουκρανικά - нововведення, інноваційний, інноваційного, іноваційний
- καινοφανής στα ουκρανικά - новітній, роман, новела
- καιρός στα ουκρανικά - раз, пора, термін, час, ласиця, година, погода
- κακά στα ουκρανικά - недобре, кепсько, негарно, негаразд, погано, зле, поганий, ...
Τυχαίες λέξεις
Καινούριος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: новітній, замолодий, свіжий, молодою, незвичний, першокурсник, першокурснику, який першокурсник
Μεταφράσεις: новітній, замолодий, свіжий, молодою, незвичний, першокурсник, першокурснику, який першокурсник