Κατάλυση στα ουκρανικά
Μετάφραση: κατάλυση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ліквідування, скасування, анулювання, нищення, каталіз
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάλυση
κατάλυση ιχθύος, κατάλυση με καθετήρα (ablation), κατάλυση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους, κατάλυση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους (476 μ.χ.), κατάλυση νηστείας, κατάλυση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατάλυση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κατάλοιπο στα ουκρανικά - лишитися, залишатись, лишатись, залишитися, залишок, решту, решта
- κατάλυμα στα ουκρανικά - будиночки, житло, житлі, житла
- κατάπληξη στα ουκρανικά - остовпіння, заціпеніння, жах, страх, ужас
- κατάρα στα ουκρανικά - клятьбу, клятьба, анафема, проклін, прокляття
Τυχαίες λέξεις
Κατάλυση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ліквідування, скасування, анулювання, нищення, каталіз
Μεταφράσεις: ліквідування, скасування, анулювання, нищення, каталіз