Κολπικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: κολπικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вагінальний, вагинальний
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολπικός
κολπικός σπόγγος, κολπικός δακτύλιος, κολπικός κνησμός, κολπικός υπέρηχος, κολπικός πόνος, κολπικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κολπικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κολοσσιαίος στα ουκρανικά - величезний, грандіозний, чудовий, колосальний, колосальної, колосального, колосальна, ...
- κολοσσός στα ουκρανικά - гігант, колос, колосс, колоса
- κολυμπώ στα ουκρανικά - поплисти, плавати, перепливіть
- κολόνα στα ουκρανικά - колона, графа, грабування, опертя, опора, стовп, шпальту, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολπικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вагінальний, вагинальний
Μεταφράσεις: вагінальний, вагинальний