Κολπικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κολπικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вагинален, вагинално, вагинална, вагинални, вагиналниот
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολπικός
κολπικός σπόγγος, κολπικός δακτύλιος, κολπικός κνησμός, κολπικός υπέρηχος, κολπικός πόνος, κολπικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κολπικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κολοσσιαίος στα σλαβομακεδονικά - колосална, колосални, колосален, колосалните, колосалната
- κολοσσός στα σλαβομακεδονικά - колос, џин, џин се
- κολυμπώ στα σλαβομακεδονικά - пливање, пливаат, плива, капење, пливаме
- κολόνα στα σλαβομακεδονικά - колона, колоната, колумна, столб
Τυχαίες λέξεις
Κολπικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: вагинален, вагинално, вагинална, вагинални, вагиналниот
Μεταφράσεις: вагинален, вагинално, вагинална, вагинални, вагиналниот