Κορυφώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: κορυφώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вістрі, шпиль, козирок, пік, слабшати, кульмінаційної, кульмінаційній, кульмінаційною, кульмінації
Κορυφώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορυφώνω

καρφώνω συνώνυμο, κορυφώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κορυφώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κορυφαίος στα ουκρανικά - флінтглас, топ, Платье, Футболка, Блуза, Туника
  • κορυφογραμμή στα ουκρανικά - наїзник, вивід, замкнення, сідок, предмет, додаток, хребет
  • κορόνα στα ουκρανικά - корона, коронка, вінок, гребінь, крона, маківка
  • κορώνα στα ουκρανικά - вінок, крона, коронка, гребінь, корона, маківка
Τυχαίες λέξεις
Κορυφώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вістрі, шпиль, козирок, пік, слабшати, кульмінаційної, кульмінаційній, кульмінаційною, кульмінації