Κράνος στα ουκρανικά
Μετάφραση: κράνος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шлем, бугель, шолом, шлемо, каска
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κράνος
κράνος shoei, κράνος bell, κράνος για scooter, κράνος enduro, κράνος ποδηλάτου lidl, κράνος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κράνος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κράμβη στα ουκρανικά - викрадення, жадобу, жадібність, жадоба, ненажерливість, згвалтування, зґвалтування
- κράμπα στα ουκρανικά - судорога, перекіс, стиснути, стискувати, стискати, судома, судоми
- κράση στα ουκρανικά - комплекція, конституція, конституцію
- κράσπεδο στα ουκρανικά - брук, бруківка, мостова, мостити, узбіччя, обочина
Τυχαίες λέξεις
Κράνος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: шлем, бугель, шолом, шлемо, каска
Μεταφράσεις: шлем, бугель, шолом, шлемо, каска