Κρούση στα ουκρανικά

Μετάφραση: κρούση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зворушення, нащадок, поштовх, удар, шок, юрма, потрясіння, перкусія, перкуссия, перкуссія
Κρούση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρούση

ορμή κρούση, πλάγια κρούση, κρούση ομάδα κρουστών, κρούση φυσική, κρούση και ταλάντωση, κρούση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κρούση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κρουνός στα ουκρανικά - потік, струмінь, носик
  • κρουσταλλιάζω στα ουκρανικά - заморожувати, заморожування, замерзати, тривожити, мерзнути, kroustalliazo
  • κρούστα στα ουκρανικά - кірка, панцир, щит, кора, осадок, скорина, осад
  • κρούσταλλο στα ουκρανικά - бурулька, Kroustallo
Τυχαίες λέξεις
Κρούση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зворушення, нащадок, поштовх, удар, шок, юрма, потрясіння, перкусія, перкуссия, перкуссія