Нащадок στα ελληνικά

Μετάφραση: нащадок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρούση, γόνος, σύγκρουση, μπόλι, ορμή, επίδραση, απόγονος, απόγονο, απογόνου, απόγονου, απόγονός
Нащадок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безкарність στα ελληνικά - ατιμωρησία, ατιμωρησίας, της ατιμωρησίας, την ατιμωρησία, η ατιμωρησία
  • бульбашка στα ελληνικά - φουσκάλα, παφλάζω, βολβός, γλόμπος, κύστη, φούσκα, κουδούνι, ...
  • відважний στα ελληνικά - τόλμημα, τόλμη, γενναίος, θαρραλέος, θαρραλέα, θαρραλέες, θαρραλέο, ...
  • заходу στα ελληνικά - λυκόφως, δύση, δυτικός, δυτικά, West, δυτική
Τυχαίες λέξεις
Нащадок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρούση, γόνος, σύγκρουση, μπόλι, ορμή, επίδραση, απόγονος, απόγονο, απογόνου, απόγονου, απόγονός