Скорочення στα ελληνικά

Μετάφραση: скорочення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνοψη, επιτομή, κοπή, σύντμηση, κόβω, κόψιμο, συστολή, σύσπαση, συρρίκνωση, συστολής, συρρίκνωσης
Скорочення στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • атлас στα ελληνικά - σατέν, άτλας, Atlas, άτλαντα, άτλαντας, άτλαντος
  • бойня στα ελληνικά - σφαγείο, σφαγείου, σφαγείων, του σφαγείου
  • виселяти στα ελληνικά - εκτινάσσω, εκτοξεύω, κάνω έξωση, εκδιώξει, εκδιώξουν, εκδιώξει τους, έξωση
  • малювальник στα ελληνικά - σχεδιαστής, συρτάρι, συντάκτης, Ο συντάκτης, συντάκτη γνωμοδότησης, συντάκτη γνωμοδότησης τον, συντάκτρια
Τυχαίες λέξεις
Скорочення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνοψη, επιτομή, κοπή, σύντμηση, κόβω, κόψιμο, συστολή, σύσπαση, συρρίκνωση, συστολής, συρρίκνωσης