Λογχοφόρος στα ουκρανικά
Μετάφραση: λογχοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
улан, уланів
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λογχοφόρος
λογχοφόροσ στρογγυλή ασπίδα, λογχοφόρος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λογχοφόρος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- λογοτεχνία στα ουκρανικά - буквально, література, литература
- λογοτεχνικός στα ουκρανικά - точно, дослівно, буквально, літературний, літературна, літературну, літературне
- λοιδορία στα ουκρανικά - надуживати, кепкування, глум, глузувати, насміхатись, зловживання, зловживати, ...
- λοιδορώ στα ουκρανικά - лазери, ізолятори, дурні, дураки
Τυχαίες λέξεις
Λογχοφόρος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: улан, уланів
Μεταφράσεις: улан, уланів