Λογχοφόρος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: λογχοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lanceiro, Lancer, Lanceiro de, de Lanceiro, o Lancer
Λογχοφόρος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λογχοφόρος

λογχοφόροσ στρογγυλή ασπίδα, λογχοφόρος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, λογχοφόρος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • λογοτεχνία στα πορτογαλικά - literatura, literário, a literatura, da literatura, de literatura, literatura de
  • λογοτεχνικός στα πορτογαλικά - exacto, literal, literário, literária, literatura, literárias, literários
  • λοιδορία στα πορτογαλικά - zombar, insultar, abuso, tesoura, abusar, debochar, maxilas, ...
  • λοιδορώ στα πορτογαλικά - zombar, insulto, insultar, isolador, maxilas, tolos, loucos, ...
Τυχαίες λέξεις
Λογχοφόρος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: lanceiro, Lancer, Lanceiro de, de Lanceiro, o Lancer